Στο θίασο των «θεατρίνων δολοφόνων», μαζί με Σκιαδόπουλο, Δουρή, Φούκα και Τέντα ο πιλότος!
Οι δολοφόνοι που για μέρες ολόκληρες έδιναν ρεσιτάλ υποκρισίας στις κάμερες!
Για 38 ολόκληρες ημέρες ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος έδινε ρεσιτάλ υποκρισίας τόσο στις κάμερες, σε συγγενείς και φίλους, όσο και στις αστυνομικές αρχές με το παραμύθι που είχε πλάσει και σκηνοθετήσει για την άγρια δολοφονία της γυναίκας του.
Ωστόσο, δεν είναι ο μόνος «θεατρίνος» δολοφόνος στην Ελλάδα που προσπάθησε να ξεγελάσει τους πάντες και τα πάντα φορώντας το προσωπείο του συντετριμμένου!
Η δολοφονία της όμορφης Τζούλι Μαρί Σκάλι
«Τα χέρια μου εκτινάχτηκαν και την έπιασα απ’ το λαιμό. Από τη στιγμή που έγινε το μοιραίο, προσπάθησα να την επαναφέρω με τεχνητή αναπνοή. Ήμουν σε κατάσταση πανικού. Το μόνο που μπόρεσα να σκεφθώ ήταν να την εξαφανίσω και να θέσω τέρμα στη ζωή μου. Προσπάθησα να αυτοκτονήσω παίρνοντας μεγάλη ποσότητα από τα παυσίπονα της Τζούλι, αλλά έκανα εμετό κι επέζησα. Γυρνούσα απελπισμένος στους δρόμους μη γνωρίζοντας τι να κάνω» είχε πει στην ομολογία του το 1999 ο Γιώργος Σκιαδόπουλος για την δολοφονία της Αμερικανίδας συντρόφου του, για την οποία είχε δηλώσει την εξαφάνισή της και την αναζητούσε για 18 ολόκληρες ημέρες στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη.
Ο Γιώργος Σκιαδόπουλος είχε πια ομολογήσει. Το θρίλερ της εξαφάνισης της παραλίγο γυναίκας του είχε τελειώσει για το τηλεοπτικό κοινό με τον πιο ανατριχιαστικό τρόπο. Το θέμα που για 18 ημέρες στριμωχνόταν άλλοτε μπροστά άλλοτε πίσω στα δελτία των 20.00 είχε λάβει τέλος. Και ο 24χρονος είχε δείξει απίστευτο θράσος όλες αυτές τις ημέρες. Εμφανιζόταν και ζητούσε βοήθεια και πληροφορίες, τη στιγμή που ήταν ο μόνος που ήξερε που πραγματικά βρισκόταν η 31χρονη Τζούλι Μαρί Σκάλι. Την είχε σκοτώσει, τεμαχίσει, τοποθετήσει σε μια βαλίτσα, την οποία πέταξε στην συνέχεια σε μια λίμνη… Ακόμη και σήμερα το κεφάλι της δεν έχει βρεθεί.
Ο μηχανικός του Εμπορικού Ναυτικού από την Καβάλα είχε ερωτευτεί τρελά το 29χρονο μοντέλο. «Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν το πώς θα την κάνω ευτυχισμένη, την αγαπούσα όσο τίποτε άλλο. Ήταν η γυναίκα της ζωής μου» είχε πει.
Όμως, η Σκάλι σύντομα κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να μείνει μακριά από το παιδί της που είχε αφήσει στην Αμερική. Οι καυγάδες πλέον είχαν γίνει καθημερινότητα. Ο Σκιαδόπουλος δεν είχε υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, και αυτό δεν τους επιτρέπει να μετακομίσουν μόνιμα στην Αμερική. Κάτι που ούτως ή άλλως, ο ίδιος δεν το ήθελε απ’ την αρχή.
Στις αρχές του 1999 θα νοικιάσουν ένα Fiat Punto και θα ξεκινήσουν για την Αθήνα, προκειμένου να παραλάβουν κάποια πράγματα της Τζούλι. Της τα είχε στείλει ο πρώην άντρας της από τις ΗΠΑ. Θα πήγαιναν στο σπίτι του πατέρα του, ο οποίος έμενε εκεί μόνιμα. Ο Σκιαδόπουλος θα φτάσει στην Αθήνα και στις 12 Ιανουαρίου 1999 θα δηλώσει την εξαφάνισή της Σκάλι στο Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας. Όταν στις 8 Ιανουαρίου ξεκίνησαν το ταξίδι τους, και ενώ βρίσκονταν καθ’ οδόν, θα αρχίσουν να τσακώνονται. Ο Σκιαδόπουλος θα βγει από την Εθνική Οδό και πάνω σε έναν χωματόδρομο θα την πιάσει από το λαιμό και θα την πνίξει.
Πάνω στον πανικό του θα προσπαθήσει να κάψει το πτώμα της. Δεν θα τα καταφέρει. Θα επιστρέψει στο σπίτι της γιαγιάς του και θα πάρει μια βαλίτσα για να την τοποθετήσει μέσα. Θα δει ότι το κεφάλι της εξέχει και τότε θα το κόψει με ένα αλυσοπρίονο. Και τη βαλίτσα με το πτώμα και το κεφάλι θα τα πετάξει σε διαφορετικά σημεία, το πρώτο σε μια λίμνη, το δεύτερο στη θάλασσα. Προτού αρχίσει να στήνει το σενάριο εξαφάνισης της γυναίκας του, θα προσπαθήσει να αυτοκτονήσει τέσσερις φορές. Ο Σκιαδόπουλος όμως θα δηλώσει στην αστυνομία ότι ταξίδεψαν μαζί στις 10 Ιανουαρίου από την Καβάλα με προορισμό την Αθήνα. Όταν θα φτάσουν στην πρωτεύουσα η αρραβωνιαστικιά του θα μπει σε ένα μαγαζί για να φάει -υποτίθεται- και από τότε δεν θα την ξαναδεί. Από την πρώτη στιγμή η αστυνομία θα τον θεωρήσει ύποπτο. Οι αντιφάσεις του είναι πολλές. Και μέχρι να περάσουν 18 μέρες και να καταφέρουν να τον κάνουν να ομολογήσει, εκείνος όλο και περισσότερο θα προσπαθεί να θολώσει τα νερά. Χαρακτηριστικό το γεγονός ότι επικοινώνησε με τις εκπομπές του Χαρδαβέλα και της Νικολούλη, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια, στέλνοντάς τους τις φωτογραφίες της Τζούλι Σκάλι. Στην εκπομπή αυτοπροσώπως δεν θα εμφανιστεί.Στις 12 Ιανουαρίου του 1999 θα τα ομολογήσει όλα και η ιδιωτική τηλεόραση για άλλη μία φορά θα αφηνιάσει. Οι λεπτομέρειες του εγκλήματος έρχονται στο φως και σοκάρουν. Το πτώμα της γυναίκας θα βρεθεί, το κεφάλι της ποτέ. Το πτώμα θα το παραλάβει ο πρώην σύζυγός της και θα αναλάβει να το θάψει στην Αμερική.
Η υπόθεση Δουρή
Τον Δεκέμβριο του 1993 η ελληνική κοινή γνώμη είχε «παγώσει» από το έγκλημα που έγινε στην Ερμιόνη. Ο 6χρονος γιος του Μανώλη και της Γεωργίας Δουρή, είχε βρεθεί νεκρός και κακοποιημένος σεξουαλικά. Στην επαρχιακή πόλη εκτυλίχθηκαν σκηνές αρχαίου δράματος με τον Μανώλη Δουρή, όπως και την υπόλοιπη οικογένεια, να θρηνούν σπαρακτικά για το 6χρονο παιδί τους, με την ελληνική κοινωνία να παρακολουθεί συγκλονισμένη όλα όσα διαδραματίζονταν. Μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα, όμως, έγινε η τεράστια ανατροπή και έμειναν άναυδοι άπαντες. Ο Μανώλης Δουρής στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία είχε πέσει σε πολλές αντιφάσεις, με τους αστυνομικούς να τον υποψιάζονται κυρίως από το γεγονός ότι ο ίδιος είχε βρει το πτώμα του γιου του.
Στην ανάκριση, προσπάθησε να δικαιολογηθεί καθώς πολύ γρήγορα «έσπασε» και αποκαλύφθηκε η αλήθεια. «Με κυριεύει μια σπάνια ασθένεια, με μεταμορφώνει. Με έπιαναν κρίσεις και δεν έβλεπα μπροστά μου», είχε πει ο παιδοκτόνος. Το κλίμα γρήγορα αντιστράφηκε, με την κοινωνία να ζητά την παραδειγματική τιμωρία του και τον Τύπο να τον αναφέρει ως «κτήνος». Λίγα χρόνια αργότερα, κι ενώ εξέτιε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης – μεταξύ άλλων που του είχαν επιβληθεί – ο Δουρής βρέθηκε νεκρός μέσα στη φυλακή. Από την αρχή της φυλάκισής του είχε αντιμετωπίσει επιθέσεις άλλων κρατουμένων – που εφάρμοζαν επάνω του τον «άγραφο νόμο» των φυλακών για παιδοβιαστές και παιδοκτόνους – με αποτέλεσμα να αλλάξει τέσσερα σωφρονιστικά καταστήματα. Στις 24 Φεβρουαρίου 1996, ο Μανώλης Δουρής βρέθηκε κρεμασμένος μέσα στο κελί του, με το καλώδιο της τηλεόρασης…
Ο «ανήξερος» μακελάρης του Αγρινίου
Ήταν Νοέμβριος του 2006 όταν αποκαλύφθηκε ένα πενταπλό έγκλημα που είχε συγκλονίσει εκ νέου την Ελλάδα. Πέντε άνδρες ηλικίας 33, 23, 21, 17 και 32 ετών που είχαν βγει για κυνήγι σε περιοχή του Αγρινίου, δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ. Το μακελειό έγινε πρώτο θέμα για τον Τύπο ενώ οι οικογένειες που βυθίστηκαν στο πένθος, και η ανάστατη τοπική κοινωνία, ζητούσαν απαντήσεις.
Η περιοχή του εγκλήματος γρήγορα γέμισε από τους συγγενείς των θυμάτων, δημοσιογράφους αλλά και την Αστυνομία που προσπαθούσε να την αποκλείσει για να αρχίσει τις έρευνες. Ανάμεσα σε όσους έσπευσαν να δουν από κοντά τον τόπο της τραγωδίας, ήταν ένας κτηνοτρόφος, ο Διονύσιος Φούκας, ο οποίος ζητούσε, μάλιστα, και την παραδειγματική τιμωρία των δραστών. Ενδεικτικές είναι οι δηλώσεις που είχε κάνει στους δημοσιογράφους όπου είχε αναφέρει ότι στους δολοφόνους πρέπει η θανατική ποινή, ενώ εκείνος δήλωνε ότι την ώρα του μακελειού δεν ήταν στον βοσκότοπο, ο οποίος άνηκε στον ίδιο.
Μετά από έρευνες της αστυνομίας, ο εν λόγω συνελήφθη ως ύποπτος και λίγο αργότερα ομολόγησε το έγκλημά του. Συμμετοχή στο έγκλημα, φέρεται να είχε και ο πατέρας του. Από την ιατροδικαστική εξέταση, προέκυψε πως ο δράστης είχε ρίξει χαριστική βολή στα θύματα, ενώ στη δίκη θεωρήθηκε φυσικός αυτουργός ο γιος, παρά την αντίθετη κατάθεση του πατέρα. Το δικαστήριο τους καταδίκασε και τους δυο σε πέντε φορές ισόβια…
Η σατανική χήρα του Βόλου
Μία από αυτές που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο ήταν και του 58χρονου Αχιλλέα Τέντα, ο οποίος στις 8 Δεκεμβρίου του 2001 στραγγαλιζόταν με συρματόσχοινο στο κρεβάτι του υπνοδωματίου του όπου κοιμόταν, στο σπίτι του στον Αλμυρό Βόλου, από τον εραστή της γυναίκας τους Νικόλαο Κωτούλα.
Το «σατανικό ζευγάρι» όπως χαρακτηρίστηκε από τις εφημερίδες της εποχής, εξαφάνισαν το πτώμα του έμπορου δερμάτων, ρίχνοντάς το σε ένα πηγάδι το οποίο στη συνέχεια σφράγισαν με τσιμέντο. Ενώ το αυτοκίνητο του θύματος το άφησαν στο λιμάνι του Βόλου, δήθεν ότι ο Τέντας έφυγε για ταξίδι.
Η Μαρία Τέντα, μια ομολογουμένως όμορφη γυναίκα που γοήτευε είχε κάνει τον κατά 15 χρόνια μεγαλύτερό της Αχιλλέα να την ερωτευτεί και να την παντρευτεί λίγο αφού εκείνη είχε κλείσει τα 16 της χρόνια. Το γεγονός ότι εκείνος ήταν εύπορος ήταν ένα σημαντικό κίνητρο για την Μαρία, η οποία χάρισε στον έμπορο δερμάτων δυο παιδιά.
Μετά από χρόνια γάμου η Μαρία Τέντα ερωτεύθηκε παράφορα τον αγρότη Νικόλαο Κωτούλα, τον οποίο περνούσε μερικά χρόνια. Για δυο χρόνια η 44χρονη Μαρία και ο 32χρονος Νίκος απολάμβαναν τον παράνομο δεσμό τους. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, η Μαρία έριχνε υπνωτικό στο φαγητό του συζύγου της και όταν εκείνος κοιμόταν, έβαζε στο σπίτι τον αγρότη.
Κάποια ημέρα όμως ο Αχιλλέας ξύπνησε και έπιασε με τα εσώρουχα τον Νίκο. Ακολούθησε μεγάλος καυγάς, ενώ απείλησε με διαζύγιο την Μαρία. Μάλιστα ο έμπορος ξεκίνησε να παρακολουθεί τις επόμενες ημέρες από εκείνο το περιστατικό τη σύζυγό του. Από την πλευρά του ο Κωτούλας προσπαθούσε να πείσει την Μαρία να πάρει μερικές δεκάδες εκατομμύρια δραχμές από τον κοινό λογαριασμό και να φύγουν από τον Αλμυρό, αλλά εκείνη δεν ενέδιδε σε αυτό.
Το πάθος και των δυο ξεπέρασε τη λογική και το παράνομο ζευγάρι αποφάσισε πως το μόνο εμπόδιο στον έρωτά τους ήταν ο Αχιλλέας Τέντας. Η δολοφονία είχε σχεδιαστεί καιρό πριν. Ήταν απόγευμα της 8ης Δεκεμβρίου του 2001 όταν ο Τέντας επέστρεψε στο σπίτι του έχοντας καταναλώσει αλκοόλ με τον γαμπρό του. Ζαλισμένος έπεσε για ύπνο. Δεν σηκώθηκε ούτε όταν ο γιος του με την αρραβωνιαστικιά του ήρθαν επίσκεψη. Μόλις έφυγαν η συζυγοκτόνος, άνοιξε ένα παράθυρο, από το οποίο μπήκε ο 32χρονος αγρότης. Πρώτα τον ψέκασε με αναισθητικό σπρέι, τον γρονθοκόπησε και στην συνέχεια τον στραγγάλισε με συρματόσχοινο.
Στο χωράφι του 32χρονου εκεί σε ένα πηγάδι έριξαν το πτώμα και από πάνω του τσιμέντο, για να μην βρεθεί ποτέ. Μήνες ολόκληρους τα παιδιά του Τέντα τον αναζητούσαν, όπως προσποιούνταν και η σύζυγός του. Μάλιστα τα παιδιά ανάγκασαν τη μητέρα τους να πάει και στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη η οποία στην ιστοσελίδα του Τούνελ αναφέρει σχετικά: «Στην αρχή αρνιόταν πεισματικά να γίνει εκπομπή αναζήτησης.
Όταν όμως τα παιδιά της τέσσερις μήνες μετά, είδαν ότι δεν υπάρχουν ίχνη ζωής του πατέρα τους, την πίεσαν να φτάσουν στην εκπομπή που στάθηκε γι’ αυτή και τον εραστή της, μοιραία! Εμφανίστηκε στην κάμερα σαν τελευταία μάρτυρας που είδε τον αγνοούμενο.
Η ταραχή της, η αγωνία της και το παίξιμο της θεατρίνας, έγιναν αμέσως αντιληπτά από την Αγγελική Νικολούλη. Ο ήχος που εμπόδιζε το λόγο της και είχε καταγραφεί στην κάμερα, προερχόταν από το χέρι της μέσα στην τσέπη της που έσκιζε το μαντήλι! Πριν καν γίνει η εκπομπή η δημοσιογράφος ήταν σίγουρη ότι η σύζυγος ευθυνόταν για την εξαφάνιση του Τέντα. Έδωσε στις Αρχές τα στοιχεία που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της εκπομπής για τις ύποπτες κινήσεις του παράνομου ζευγαριού τη νύχτα της δολοφονίας. Μάρτυρας πρόσεξε το μπάζωμα του πηγαδιού μετά την εξαφάνιση και μίλησε στο «Τούνελ». Λίγες ώρες μετά το τέλος της αποκαλυπτικής εκπομπής, οι αστυνομικοί συνέλαβαν το ζευγάρι που, θορυβημένο από την έρευνα, συναντήθηκε χωρίς προφυλάξεις μέσα στη νύχτα.
Ομολόγησαν το φρικιαστικό τους έγκλημα μετά από μέρες». Το ημερολόγιο έγραφε 16 Απριλίου 2002 όταν αποκαλύφθηκε το στυγερό έγκλημα. Και όταν ήρθε η στιγμή της απόδοσης δικαιοσύνης οι πρώην εραστές δεν αντάλλασσαν ούτε ματιά μέσα στην δικαστική αίθουσα. Όταν στην έδρα πλησίασε να καταθέσει η κόρη της οικογένειας η κατηγορούμενη ξέσπασε σε λυγμούς, αλλά η 28χρονη τότε κόρη του Αχιλλέα Τέντα δεν καταδέχτηκε να κοιτάξει ούτε μια στιγμή τη μητέρα της, που καθόταν στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Λάρισας.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου